Η καθημερινή σωματική άσκηση είναι ιδιαίτερα σημαντική και συμβάλλει πάντα ενεργά στη διατήρηση της καλής υγείας και ευεξίας μας. Παρόλα αυτά γίνεται τελευταία πολύ συζήτηση για το αν πρέπει να ασκούνται συστηματικά ασθενείς πάσχοντες από αυτό που ο πολύς κόσμος ονομάζει φλεβίτιδα, δηλαδή τη φλεβική ανεπάρκεια και τους αντιαισθητικούς και δυνητικά ιδιαιτέρως επικίνδυνους κιρσούς των κάτω άκρων.Η απάντηση είναι μία, δε χωράει καμία απολύτως αμφισβήτηση και είναι ιδιαιτέρως ενθαρρυντική, αφού όχι μόνο δεν απαγορεύεται η άσκηση για τους ασθενείς με χρόνια φλεβική ανεπάρκεια, αλλά το κατάλληλο είδος γυμναστικής μπορεί να επιφέρει σημαντική εξασθένιση των συμπτωμάτων και της κλινικής εικόνας της συγκεκριμένης παθολογικής οντότητας. Οτιδήποτε λοιπόν αυξάνει τη μυϊκή σύσπαση των μυών του ποδιού, ιδιαίτερα των μυών της γαστροκνημίας, παίζει ενισχυτικό ρόλο στη βελτίωση της φλεβικής αιματικής ροής επιδρώντας ως αντιρροπιστικός μηχανισμός στην παθολογική παλινδρόμηση του αίματος με άμεση συνέπεια εκτός των άλλων τη μείωση του οιδήματος, της φλεβικής πίεσης των κάτω άκρων καθώς και του αισθήματος καύσου που αυτό πιθανόν προκαλεί. Στο δια ταύτα λοιπόν, το γρήγορο περπάτημα, η ποδηλασία και η κολύμβηση αποτελούν ιδανικές επιλογές γυμναστικής αφού συνεισφέρουν σε όλα τα προαναφερθέντα, χωρίς ταυτόχρονα να ασκείται υπέρμετρη πίεση στα κάτω άκρα.Αντιθέτως, εύκολα αντιλαμβάνεται κανείς ότι ασκήσεις υψηλής έντασης που επιπλέον αυξάνουν και την ενδοκοιλιακή πίεση, όπως το τρέξιμο μεγάλων αποστάσεων, η υπερβολική άρση βαρών, ασκήσεις έντονης σύσπασης των μυών του κοιλιακού τοιχώματος, επιβαρύνουνμετά βεβαιότητας σε βάθος χρόνου τη συμπτωματολογία της φλεβικής ανεπάρκειας. Επιπροσθέτως, ιδιαιτέρως επιβαρυντικά για τη φλεβική ανεπάρκεια είναι σπορ που απαιτούν παρατεταμένη έκθεση στην ηλιακή ακτινοβολία ή σε ιδιαίτερα θερμό περιβάλλον, ενώ σημαντικό είναι να αποφεύγεται η παρατεταμένη υπερβολική ορθοστασία σε καθημερινή βάση.
Αν επιθυμεί κανείς επομένως να συμβουλεύσει ασθενείς πάσχοντες από χρόνια φλεβική ανεπάρκεια και κιρσούς που θέλουν να συνεχίσουν να ασχολούνται με το αγαπημένο τους σπορ, παρότι εκείνο επιβαρύνει σε βάθος χρόνου τη φλεβική κυκλοφορία των ποδιών τους, είναι η χρήση καλτσών διαβαθμισμένης συμπίεσης κατά τη διάρκεια της άσκησης. Επίσης, το ντους με κρύο νερό μετά την προπόνηση και η τοποθέτηση των ποδιών σε ανάρροπη θέση είναι καλές πρακτικές για τη μείωση των συμπτωμάτων της φλεβικής ανεπάρκειας. Τέλος, η διατήρηση του σωματικού βάρους σε σταθερά επίπεδα και ο τακτικός έλεγχος των άκρων με φλεβική ανεπάρκεια από τον θεράποντα ιατρό, είναι τεράστιας σημασίας για τη διατήρηση της καλής υγείας του φλεβικού συστήματος.
Τέλος θα πρέπει όλοι ανεξαιρέτως να γνωρίζουν ότι η άθληση δε λύνει το πρόβλημα της φλεβικής ανεπάρκειας και των κιρσών, αλλά ανακουφίζει απλά και μόνο από την ενοχλητική τις περισσότερες φορές συμπτωματολογία και πιθανόν καθυστερεί τη δεδομένη επιβαρυντική εξέλιξη της συγκεκριμένης πάθησης…η οριστική αντιμετώπιση του προβλήματος στις μέρες μας είναι εύκολη, ανώδυνη και με εξαιρετικά μακροπρόθεσμα λειτουργικά και αισθητικά αποτελέσματα.
Ενημερωθείτε άμεσα και υπεύθυνα από τον Αγγειοχειρουργό σας για τη σύγχρονη θεραπεία των κιρσών με το Ενδοφλέβιο Laser.Για περισσότερες πληροφορίες απευθυνθείτε στον Αγγειοχειρουργό Κωνσταντίνο Ν. Ξηρομερίτη, MD, PhD, MSc, Διευθυντή Δ´Αγγειοχειρουργικής Κλινικής-Ενδοαυλικό Laser Φλεβικών Παθήσεων Metropolitan General, www.vasculartreatment.gr 2107474888 και 6932403597
 
***  Θρομβοφλεβίτιδα : Διάγνωση και θεραπευτική αντιμετώπιση
~ Η θρομβοφλεβίτιδα είναι η φλεγμονή φλέβας (επιφανειακή φλεγμονή), της οποίας η υπερηχογραφική μελέτη αναδεικνύει σε ποσοστό έως 100% την ύπαρξη θρόμβου εντός της φλεγμαίνουσας φλέβας.
Πρόκειται επομένως για θρόμβωση κάποιου τμήματος του επιπολής (επιφανειακού) φλεβικού δικτύου.
Υπάρχουν 2 τύποι θρομβοφλεβίτιδας:
● Η σηπτική θρομβοφλεβίτιδα: η επιπολής φλεβική θρόμβωση μπορεί να επιπλακεί με μικροβιακή φλεγμονή. Συνήθως δημιουργείται από τραυματισμό του ενδοθηλίου ή ως επιπλοκή του τραυματισμού των κιρσών
● Η άσηπτη θρομβοφλεβίτιδα: μπορεί να οφείλεται σε κληρονομικότητα ή σε περιπτώσεις αυξημένης πηκτικότητας του αίματος.
Πού οφείλεται; Η αιτιοπαθογένεια της θρομβοφλεβίτιδας βασίζεται κυρίως στη φλεβική στάση ή στην επιβράδυνση της ροής του αίματος καθώς και στον τραυματισμό του ενδοθηλίου των φλεβών και στην αυξημένη πηκτικότητα του αίματος. Καταστάσεις οι οποίες προδιαθέτουν σε θρομβοφλεβίτιδα είναι οι ακόλουθες: η παρατεταμένη ακινησία (στο κρεβάτι, σε πολύωρη πτήση, σε ιδιαίτερα καθιστική εργασία), ο καρκίνος, η λήψη οιστρογόνων, τα αυτοάνοσα νοσήματα (οζώδης πολυαρτηρίτιδα, ερυθηματώδης λύκος κ.α.), οι κιρσοί των κάτω άκρων, μετεγχειρητικές καταστάσεις, εγκαύματα, λοιμώξεις του δέρματος, χρόνια νοσήματα, λήψη κορκικοστεροειδών κ.α. Συμπτώματα  H συμπτωματολογία περιλαμβάνει τοπικό πόνο και έντονη ευαισθησία, χαρακτηριστικά αυξημένη θερμότητα του δέρματος τοπικά καθώς και ενίοτε ψηλαφητή σκληρή διόγκωση της φλεγμαίνουσας επιφανειακής φλέβας. Όταν συνυπάρχει οίδημα μπορεί να υποδεικνύει την παρουσία εν τω βάθει φλεβική θρόμβωση, γεγονός που περιπλέκει τα πράγματα και διαφοροποιεί τη θεραπευτική αντιμετώπιση. Διάγνωση   Η αναφερόμενη ανωτέρω κλινική εικόνα είναι χαρακτηριστικότατη και αρκετή για να θέσει με σχεδόν απόλυτη βεβαιότητα τη διάγνωση. Η διαφορική διάγνωση από παθήσεις όπως λεμφαγγειίτιδα, ερυσίπελας και πολλών μορφών αγγειίτιδας πραγματοποιείται με τη διενέργεια υπερηχογραφήματος (triplex) του επιπολής και του εν τω βάθει φλεβικού συστήματος. Οι θρομβοφλεβίτιδες επομένως που έχουν εντόπιση στο μηρό και πλησίον της σαφηνομηριαίας συμβολής (σημείο που εκβάλλει η μείζον σαφηνής στη μηριαία φλέβα) μπορούν δυνητικά να προκαλέσουν με την πιθανή επέκταση ή και μετακίνηση του θρόμβου από το επιπολής στο εν τω βάθει φλεβικό δίκτυο μέχρι και πνευμονική εμβολή, μία κατάσταση άκρως απειλητική ακόμα και για τη ζωή του ασθενούς. Επομένως η έγκαιρη διάγνωση της θρομβοφλεβίτιδας είναι υψίστης σημασίας για την αποτροπή του κινδύνου τυχόν πνευμονικής εμβολής. Θεραπεία και αντιμετώπιση   Η θεραπεία της επιπολής θρομβοφλεβίτιδας εξαρτάται από την εντόπισή της. Στο κάτω άκρο και κάτωθεν του γόνατος αρκεί η ανύψωση του πάσχοντος σκέλους, η κινητοποίηση, η ελαστική συμπίεση με κάλτσες μέτριας περίδεσης και η χορήγηση αντιφλεγμονωδών και αντιβιοτικών φαρμάκων. Αν η θρόμβωση έχει εντοπισμό άνωθεν του γόνατος (στο μηρό και όχι πλησίον της σαφηνομηριαίας συμβολής) χορηγείται η κατάλληλη αντιπηκτική αγωγή με ταυτόχρονη εκτέλεση των προαναφερθέντων συντηρητικών μέτρων. Αν η θρόμβωση επεκτείνεται πλησίον της σαφηνομηριαίας συμβολής θα πρέπει ο αγγειοχειρουργός πέρα από τη χορήγηση αντιπηκτικής αγωγής να σκεφτεί και πιθανή χειρουργική απολίνωση της σαφηνομηριαίας συμβολής, ώστε να αποφευχθεί η πιθανή επέκταση του θρόμβου στο εν τω βάθει φλεβικό δίκτυο. Στις περιπτώσεις σηπτικής θρομβοφλεβίτιδας απαιτείται η χειρουργική εξαίρεση του πάσχοντος τμήματος της φλέβας.  Επιπλοκές  
Όπως αναφέρθηκε και ανωτέρω, η θρομβοφλεβίτιδα μπορεί να οδηγήσει σε εν τω βάθει φλεβική θρόμβωση καθώς και σε πνευμονική εμβολή.  Η κατάλληλη ειδικότητα  Ο κατάλληλος γιατρός για τη αντιμετώπιση της επιπολής θρομβοφλεβίτιδας είναι ο αγγειοχειρουργός.  Κωνσταντίνος Ν. Ξηρομερίτης, MD, PhD, MSc, Αγγειοχειρούργος Αθήνα,  Δημοσιεύτηκε : clickatlife.gr, enikos.gr, nowdoctor.gr
***  Χρόνια αποφρακτική αρτηριοπάθεια κάτω άκρων
~  Ο αγγειοχειρούργος κ. Κωνσταντίνος Ν. Ξηρομερίτης μας εξηγεί τι είναι η χρόνια αποφρακτική αρτηριοπάθεια των κάτω άκρων, ποιοί είναι οι παράγοντες κινδύνου για την εμφάνιση της νόσου και ποιές οι μέθοδοι αντιμετώπισής της.

Περιλαμβάνει το σύνολο των αιμοδυναμικών και μεταβολικών διαταραχών που προκαλούνται από τη μείωση της αιματικής ροής στο περιφερικό αρτηριακό δίκτυο (κάτωθεν του βουβωνικού συνδέσμου), λόγω στενώσεων ή/και αποφράξεων του αρτηριακού άξονα που ξεκινάει από την κοιλιακή αορτή και καταλήγει στις κνημιαίες αρτηρίες.
Το βασικό υπόστρωμα της νόσου στην πλειονότητα των ασθενών είναι η αθηρωμάτωση σε αντιδιαστολή με τις μη αθηρωματικής αιτιολογίας αρτηριοπάθειες που οφείλονται σε άλλα αίτια (π.χ νόσος Βürger, σύνδρομο παγίδευσης ιγνυακής αρτηρίας).
Η αθηρωμάτωση παρουσιάζει πολυεστιακές εκδηλώσεις και επομένως η ισχαιμία των κάτω άκρων πιθανόν να συνοδεύεται και από στεφανιαία νόσο, στένωση καρωτίδων και κλάδων του αορτικού τόξου.
Επίσης οι ασθενείς αυτοί διαθέτουν πολλούς από τους παράγοντες κινδύνου της αρτηριοσκλήρυνσης ( διαβήτης, κάπνισμα, υπέρταση, υπερλιπιδαιμία, ομοκυστειναιμία) η ρύθμιση των οποίων είναι απαραίτητη για την πρόληψη και τη θεραπεία της νόσου.
Ανεξάρτητα από την έκταση και την εντόπιση των βλαβών που προκαλούν τη χρόνια ισχαιμία των κάτω άκρων, διακρίνουμε δύο μεγάλες κλινικές ομάδες ασθενών με διαφορετική πρόγνωση και αντιμετώπιση.
Σε εκείνους που εμφανίζουν διαλείπουσα χωλότητα (άλγος σκέλους που αναγκάζει τον ασθενή να σταματήσει τη βάδιση και οφείλεται σε χρόνια αποφρακτική αρτηριοπάθεια) και σε όσους παρουσιάζουν κρίσιμη ισχαιμία (άλγος ακόμα και σε ηρεμία-ισχαιμικά έλκη-γάγγραινα που αν δεν υπάρξει αιμοδυναμική βελτίωση των ασθενών αναμένεται να υποστούν μείζονα ακρωτηριασμό. Οι παράγοντες κινδύνου για τη διαλείπουσα χωλότητα είναι οι ίδιοι με εκείνους άλλων αθηροσκληρυντικών νόσων, δηλαδή ο διαβήτης, το κάπνισμα, η υπέρταση, η υπερλιπιδαιμία και η υπερομοκυστειναιμία. Η πλειονότητα των ασθενών παραμένει κλινικά στάσιμη ή βελτιώνεται λόγω ανάπτυξης καλής παράπλευρης κυκλοφορίας και μεταβολικής προσαρμογής των ισχαιμικών μυών. Επιδείνωση επέρχεται στο 25% των ασθενών. Αν και ο αριθμός ασθενών με κρίσιμη ισχαιμία είναι κατά πολύ μικρότερος εκείνων με διαλείπουσα χωλότητα, αντιπροσωπεύει το μεγαλύτερο μέρος των νοσηλευομένων σε αγγειοχειρουργικές κλινικές.  Σημαντικούς παράγοντες κινδύνου αποτελούν η ηλικία, ο διαβήτης και το κάπνισμα. Η αύξηση των επεμβάσεων επαναιμάτωσης έχει επιφέρει σημαντική ελάττωση των ακρωτηριασμών (20-40%). Παρά τις σύγχρονες μεθόδους αντιμετώπισης η κρίσιμη ισχαιμία έχει πολύ φτωχή πρόγνωση. Κατά την αντιμετώπιση ασθενών με ΔΧ πρέπει να λαμβάνεται πάντοτε υπόψη ότι ο κίνδυνος ακρωτηριασμού είναι κατά πολύ μικρότερος από τη θνητότητα που προκαλούνται από τις επιπλοκές της γενικευμένης αθηροσκλήρυνσης. Αρχικά πρέπει να επέλθει τροποποίηση των παραγόντων κινδύνου δηλ. ρύθμιση του διαβήτη, της υπερλιπιδαιμίας και της υπέρτασης.  Ακολουθεί η χορήγηση αντιαιμοπεταλιακών παραγόντων και ενθάρρυνση του ασθενούς για περισσότερη βάδιση. Η απόφαση για επέμβαση στηρίζεται στην εκτίμηση του μέτρου περιορισμού της δραστηριότητας του ασθενούς, του επεμβατικού κινδύνου και της πιθανότητας μακροπρόθεσμης επιτυχίας της επέμβασης. Οι ασθενείς αντιθέτως που παρουσιάζουν κρίσιμη ισχαιμία έχουν απόλυτη ένδειξη επέμβασης επαναιμάτωσης (αρτηριακής επανασηραγγοποίησης) του κάτω άκρου. Παράλληλα με την προσπάθεια επαναιμάτωσης χρήζουν επιπλέον ιατρικής φροντίδας σε αυτή την κατηγορία των ασθενών η αντιμετώπιση του πόνου, η χειρουργική περιποίηση των ισχαιμικών ελκών καθώς και η επιμέρους θεραπεία άλλων συνοδών νόσων. Όπως και να έχει, σε αυτή την κατηγορία των ασθενών, το σύνολο των ενδοαυλικών τεχνικών επανασηραγγοποίησης και οι κλασσικοί τρόποι χειρουργικής παράκαμψης/επαναιμάτωσης πρέπει πάντα να λογίζονται ως συμπληρωματικές η μία της άλλης και σε καμία περίπτωση ανταγωνιστικές μέθοδοι θεραπείας. Η ενδαγγειακή αντιμετώπιση (αγγειοπλαστική) αποτελεί συνήθως μονόδρομο για τους ασθενείς με κρίσιμη ισχαιμία κάτω άκρου στους οποίους τίθεται απόλυτη αντένδειξη για επέμβαση χειρουργικής παράκαμψης (bypass) της στένωσης/απόφραξης. Οξεία ισχαιμία κάτω άκρων Αποτελεί κατάσταση κατά την οποία παρατηρείται αιφνίδια, απότομη μείωση της αιματικής ροής στο σκέλος εξαιτίας απόφραξης κάποιας αρτηρίας με συνέπεια την ιστική βλάβη λόγω έντονης ισχαιμίας. Τα θρομβοεμβολικά επεισόδια φαίνονται υπεύθυνα για το 85-90% των περιστατικών οξείας ισχαιμίας των κάτω άκρων. Πρόκειται για εμβολή καρδιογενών συνήθως θρόμβων ή και αθηρωματικού υλικού από άλλο σημείο του αρηριακού δικτύου ή θρόμβωση που αναπτύσσεται σε προυπάρχουσα αρτηριακή νόσο. Το υπόλοιπο 10-15% αναφέρεται σε τραύμα ή ιατρογενή κάκκωση των αγγείων. Τα κυριότερα αίτια οξείας ισχαιμίας των κάτω άκρων είναι κυρίως η εμβολή, η αρτηριακή θρόμβωση και η θρόμβωση μοσχεύματος. Η πιο συχνή εμβολογόνος εστία είναι η καρδιά (80-90%) με προεξάρχουσες αιτίες την κολπική μαρμαρυγή ή το έμφραγμα του μυοκαρδίου με σχηματισμό τοιχωματικών θρόμβων. Ο βαθμός της ισχαιμίας εξαρτάται από : • Το μέγεθος της περιοχής που αιματώνεται από την αποφραγμένη αρτηρία • Τη διάρκεια • Τη γλοιότητα του αίματος • Την παρουσία ικανού παράπλευρου αρτηριακού δικτύου • Την έκταση του δευτεροπαθούς θρόμβου Η κλινική εικόνα μπορεί να περιλαμβάνει:  • Πόνο (συνεχής, διαρκώς επιδεινούμενος με την κίνηση και με εντόπιση κάτωθεν του σημείου αρτηριακής απόφραξης) • Διαταραχές αισθητικότητας (ισχαιμία περιφερικών νεύρων)  • Μείωση κινητικότητας (ισχαιμία νεύρων και μυών)  • Ωχρότητα  • Ελάττωση θερμοκρασίας  • Απουσία σφίξεων περιφερικότερα  Η ύπαρξη πάντα μιας ταυτοποιήσιμης πιθανής πηγής εμβόλων, όπως η κολπική μαρμαρυγή υποστηρίζει μετά σχεδόν βεβαιότητας τη συγκεκριμένη διάγνωση. Επομένως, η εμβολεκτομή με τη χρήση καθετήρων Fogarty ή χειρουργική διερεύνηση της μηριαίας αρτηρίας υπό τοπική αναισθησία, παραμένει η σταθερή χειρουργική θεραπεία της οξείας ισχαιμίας των κάτω άκρων.  Όπως και να έχει, η οξεία αρτηριακή απόφραξη των κάτω άκρων εξακολουθεί να παρουσιάζει πολύ υψηλά ποσοστά ακρωτηριασμών και εξίσου σημαντική θνητότητα. Εξαιρετικής σπουδαιότητας και σημασίας επομένως θεωρείται η μη καθυστερημένη διάγνωση συνοδευόμενη άμεσα πάντα από την κατάλληλη θεραπευτική αντιμετώπιση.  Κωνσταντίνος Ν. Ξηρομερίτης, MD, PhD, MSc, Αγγειοχειρούργος Αθήνα,  Δημοσιεύτηκε : clickatlife.gr
***  Αλήθειες και μύθοι για τις φλεβικές παθήσεις  Μεγάλος αριθμός γιατρών και ασθενών αγνοεί την σημασία και την επικινδυνότητα των φλεβικών παθήσεων
Dr  Αλέξανδρος Ματθαίου Βασιλίσης Σοφίας 27  Αθήανα , τηλ. : 2130035757  κιν,  6973821847
~ ενδοαυλική θεραπεία με χρήση Laser είναι η πιο σύγχρονη μέθοδος αντιμετώπισης των κιρσών. Η τεχνική στοχεύει στην εξάχνωση της κύριας φλέβας που εμφανίζει βαλβιδική ανεπάρκεια και αδυνατεί να επαναπροωθήσει το αίμα στην καρδιά, με αποτέλεσμα αυτό να λιμνάζει στις φλέβες των ποδιών δημιουργώντας τους κιρσούς.
Τα πλεονεκτήματα επιλογής της συγκεκριμένης μεθόδου αντί της συμβατικής σαφηνεκτομής είναι σημαντικά. Η ενδοαυλική θεραπεία ουσιαστικά “καυτηριάζει” και κλείνει τις φλέβες που προκαλούν τους κιρσούς χωρίς να τις αφαιρεί. Έτσι αποφεύγονται μετεγχειρητικές συνέπειες όπως αιμορραγία, μωλωπισμός και πόνος. Επιπλέον παρουσιάζει μικρότερα ποσοστά υποτροπής ή επιπλοκών όπως είναι η θρόμβωση, ενώ επιτρέπει στον ασθενή να επανέλθει άμεσα στις καθημερινές του δραστηριότητες και συνοδεύεται από άψογο αισθητικό αποτέλεσμα. Τέλος, η μέθοδος πραγματοποιείται με υψηλή ακρίβεια και ασφάλεια σε όλα τα στάδια της επέμβασης ενώ η φλέβα εξαχνώνετα μέσω της εφαρμογής ενέργειας Laser απ' ευθείας στον αυλό.
Η τεχνική της ενδοαυλικής θεραπείας είναι ιδιαίτερα ασφαλής με αποτέλεσμα να συνιστάται από την αμερικανική αγγειοχειρουργική κοινότητα και το American Venous Forum έναντι της σαφηνεκτομής. Η υψηλή εξειδίκευση του αγγειοχειρούργου στη συγκεκριμένη μέθοδο, σε συνδυασμό με τις υποδομές υψηλής τεχνολογίας που απαιτούνται για την εφαρμογή της, κάνουν την εμφάνιση επιπλοκών ακόμη πιο απίθανη.
Σημαντική είναι η καλή διάγνωση κι εκτίμηση του προβλήματος από το θεράποντα ιατρό πριν την εφαρμογή της θεραπείας καθώς και η λεπτομερής καταγραφή του ιστορικού του ασθενούς. Έτσι ο γιατρός θα συζητήσει με τον ασθενή για να σταθμίσει πιθανούς κινδύνους σε σχέση με το βέλτιστο αποτέλεσμα όπως για παράδειγμα πιθανές αλλεργίες ή φαρμακευτικές αγωγές του ασθενή.
Ειδικότερα, σε ό,τι αφορά την ασφάλεια, αξίζει να σημειωθούν τα εξής:


  • Οποιαδήποτε διαδικασία κατά την οποία το δέρμα υφίσταται διάτρηση παρουσιάζει έναν θεωρητικό κίνδυνο μόλυνσης. Με τη συγκεκριμένη μέθοδο, όμως, οι πιθανότητες να προκληθεί μια μόλυνση που χρήζει θεραπείας με αντιβιοτικό είναι λιγότερες από μία στις 1000.
  • Αν και οι πιθανότητες είναι πολύ μικρές, σε περίπτωση μωλωπισμού ή υπερευαισθησίας της περιοχής μετά την επέμβαση η χρήση ελαστικών καλτσών συμβάλει στην αντιμετώπιση.
  • Μετά το πέρας της θεραπείας έχει αναφερθεί, σε σπάνιες περιπτώσεις, θερμική καταστροφή των νεύρων που περιβάλλουν την περιοχή της θεραπείας κάτι που σε γενικές γραμμές αποκαθίσταται σε σύντομο χρονικό διάστημα.
  • Συχνά μπορεί να εμφανιστεί θρομβοφλεβίτιδα προκαλώντας πόνο και ερυθρότητα στην περιοχή της θεραπείας, η αντιμετώπισή της όμως επιτυγχάνεται εύκολα, μέσω μη στεροειδών αντιφλεγμονωδών φαρμάκων.
  • Εξαιρετικά σπάνια περίπτωση αποτελεί η πιθανότητα δημιουργίας εμβολής λόγω θρόμβων που σχηματίζονται στις φλέβες και μπορούν να φτάσουν στα πνευμόνια.
***  Η ασφάλεια της ενδοαυλικής θεραπείας των κιρσών με Laser  Η ενδοαυλική θεραπεία με χρήση Laser είναι η πιο σύγχρονη μέθοδος αντιμετώπισης των κιρσών.
Η ενδοαυλική θεραπεία με χρήση Laser είναι η πιο σύγχρονη μέθοδος αντιμετώπισης των κιρσών. Η τεχνική στοχεύει στην εξάχνωση της κύριας φλέβας που εμφανίζει βαλβιδική ανεπάρκεια και αδυνατεί να επαναπροωθήσει το αίμα στην καρδιά, με αποτέλεσμα αυτό να λιμνάζει στις φλέβες των ποδιών δημιουργώντας τους κιρσούς.
Τα πλεονεκτήματα επιλογής της συγκεκριμένης μεθόδου αντί της συμβατικής σαφηνεκτομής είναι σημαντικά. Η ενδοαυλική θεραπεία ουσιαστικά “καυτηριάζει” και κλείνει τις φλέβες που προκαλούν τους κιρσούς χωρίς να τις αφαιρεί. Έτσι αποφεύγονται μετεγχειρητικές συνέπειες όπως αιμορραγία, μωλωπισμός και πόνος. Επιπλέον παρουσιάζει μικρότερα ποσοστά υποτροπής ή επιπλοκών όπως είναι η θρόμβωση, ενώ επιτρέπει στον ασθενή να επανέλθει άμεσα στις καθημερινές του δραστηριότητες και συνοδεύεται από άψογο αισθητικό αποτέλεσμα. Τέλος, η μέθοδος πραγματοποιείται με υψηλή ακρίβεια και ασφάλεια σε όλα τα στάδια της επέμβασης ενώ η φλέβα εξαχνώνετα μέσω της εφαρμογής ενέργειας Laser απ' ευθείας στον αυλό. 
Η τεχνική της ενδοαυλικής θεραπείας είναι ιδιαίτερα ασφαλής με αποτέλεσμα να συνιστάται από την αμερικανική αγγειοχειρουργική κοινότητα και το American Venous Forum έναντι της σαφηνεκτομής. Η υψηλή εξειδίκευση του αγγειοχειρούργου στη συγκεκριμένη μέθοδο, σε συνδυασμό με τις υποδομές υψηλής τεχνολογίας που απαιτούνται για την εφαρμογή της, κάνουν την εμφάνιση επιπλοκών ακόμη πιο απίθανη.
 Σημαντική είναι η καλή διάγνωση κι εκτίμηση του προβλήματος από το θεράποντα ιατρό πριν την εφαρμογή της θεραπείας καθώς και η λεπτομερής καταγραφή του ιστορικού του ασθενούς. Έτσι ο γιατρός θα συζητήσει με τον ασθενή για να σταθμίσει πιθανούς κινδύνους σε σχέση με το βέλτιστο αποτέλεσμα όπως για παράδειγμα πιθανές αλλεργίες ή φαρμακευτικές αγωγές του ασθενή.
Ειδικότερα, σε ό,τι αφορά την ασφάλεια, αξίζει να σημειωθούν τα εξής:


  • Οποιαδήποτε διαδικασία κατά την οποία το δέρμα υφίσταται διάτρηση παρουσιάζει έναν θεωρητικό κίνδυνο μόλυνσης. Με τη συγκεκριμένη μέθοδο, όμως, οι πιθανότητες να προκληθεί μια μόλυνση που χρήζει θεραπείας με αντιβιοτικό είναι λιγότερες από μία στις 1000.
  • Αν και οι πιθανότητες είναι πολύ μικρές, σε περίπτωση μωλωπισμού ή υπερευαισθησίας της περιοχής μετά την επέμβαση η χρήση ελαστικών καλτσών συμβάλει στην αντιμετώπιση.
  • Μετά το πέρας της θεραπείας έχει αναφερθεί, σε σπάνιες περιπτώσεις, θερμική καταστροφή των νεύρων που περιβάλλουν την περιοχή της θεραπείας κάτι που σε γενικές γραμμές αποκαθίσταται σε σύντομο χρονικό διάστημα.
  • Συχνά μπορεί να εμφανιστεί θρομβοφλεβίτιδα προκαλώντας πόνο και ερυθρότητα στην περιοχή της θεραπείας, η αντιμετώπισή της όμως επιτυγχάνεται εύκολα, μέσω μη στεροειδών αντιφλεγμονωδών φαρμάκων.
  • Εξαιρετικά σπάνια περίπτωση αποτελεί η πιθανότητα δημιουργίας εμβολής λόγω θρόμβων που σχηματίζονται στις φλέβες και μπορούν να φτάσουν στα πνευμόνια.
*** Προδιαθεσικοί παράγοντες για την εμφάνιση φλεβικής ανεπάρκειας   Η φλεβική ανεπάρκεια τείνει να εμφανίζεται πολύ συχνά και ιδιαίτερα στις μέρες μας.
φλεβική ανεπάρκεια τείνει να εμφανίζεται πολύ συχνά και ιδιαίτερα στις μέρες μας. Ποιοι είναι όμως οι παράγοντες που σχετίζονται με την φλεβική ανεπάρκεια;


  1. ΗλικίαΗ φλεβική ανεπάρκεια συνήθως κάνει την εμφάνισή της υπό την μορφή ευρυαγγειών ή κιρσών μεταξύ των 18 και 35 ετών. Από εκεί και πέρα, η συχνότητα εμφάνισης αυξάνει όσο αυξάνει η ηλικία. Στην ηλικία των 70 ετών, οι ασθενείς που πάσχουν από οποιαδήποτε μορφή φλεβικής ανεπάρκειας είναι διπλάσιοι από αυτούς στην ηλικία των 50 ετών.
  2. Φύλο:Οι γυναίκες που πάσχουν από φλεβική ανεπάρκεια είναι έως και τέσσερις φορές περισσότερες από τους άνδρες.
  3. ΚληρονομικότηταΑποτελεί ιδιαίτερα ισχυρό προδιαθετικό παράγοντα. Σύμφωνα με μελέτες σε περίπτωση που και οι δύο γονείς έχουν κιρσούς, ο κίνδυνος για τα παιδιά να αναπτύξουν κιρσούς είναι 90%. Αν μόνο ο ένας από τους δύο γονείς πάσχει ο κίνδυνος για τα αγόρια είναι 25% και για τα κορίτσια 62%. Ο συνολικός κίνδυνος στην περίπτωση που κανένας από τους δύο γονείς δεν πάσχει από κιρσούς είναι 20%.
  4. ΕγκυμοσύνηΣυχνά η φλεβική ανεπάρκεια κάνει την πρώτη της εμφάνιση μετά από την πρώτη εγκυμοσύνη. Όσο μεγαλύτερος είναι ο αριθμός κυήσεων μιας γυναίκας τόσο αυξάνει ο κίνδυνος εμφάνισης ή επιδεινώνεται τυχόν προυπάρχουσα φλεβική ανεπάρκεια.
  5. Καθιστική ζωή και έλλειψη άσκησης: Η φλεβική ανεπάρκεια είναι συχνότερη σε ανθρώπους που ακολουθούν αυτό το τρόπο ζωής. Αν και στατιστικά ο κίνδυνος είναι αρκετά μικρότερος σε σύγκριση με τους παράγοντες που αναφέρθηκαν πιο πάνω, αυτός αυξάνει σημαντικά σε ανθρώπους που έχουν κι άλλους προδιαθεσικούς παράγοντες όπως κληρονομικότητα ή πολλές εγκυμοσύνες.
  6. Εξάσκηση επαγγέλματος που σχετίζεται με παρατεταμένη ορθοστασία ή εργασία σε γραφείοΣυνδέεται άμεσα και με τον παραπάνω παράγοντα.
  7. Αυξημένο σωματικό βάρος: Η παχυσαρκία αποτελεί μεσαίο παράγοντα κινδύνου για την εμφάνιση φλεβικής ανεπάρκειας. Οι παχύσαρκοι ασθενείς εμφανίζουν αυξημένη δυσκολία στην αντιμετώπισή τους και διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο υποτροπής. Επίσης, συχνά εμφανίζουν οιδήματα στα κάτω άκρα, τα οποία μπορεί να μην σχετίζονται με φλεβική ανεπάρκεια.
  8. Ιστορικό τραύματος στα πόδια: Οι ασθενείς που έχουν στο ιστορικό τους χειρουργική επέμβαση στα πόδια ή συχνούς τραυματισμούς διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο να εμφανίσουν φλεβική ανεπάρκεια.
***   Πώς δημιουργούνται οι κιρσοί και οι ευρυαγγείες;    Για την κατανόηση του τρόπου δημιουργίας των κιρσών και των ευρυαγγειών είναι σημαντικό να κατανοηθεί πρώτα το κυκλοφοριακό μας σύστημα.

~ Για την κατανόηση του τρόπου δημιουργίας των κιρσών και των ευρυαγγειών είναι σημαντικό να κατανοηθεί πρώτα το κυκλοφοριακό μας σύστημα. Ας ξεκινήσουμε, λοιπόν, με ένα σύντομο μάθημα ανατομίας  
 Το κυκλοφοριακό σύστημα του ανθρώπου
Το κυκλοφοριακό σύστημα αποτελείται κυρίως από δύο συστήματα αγγείων: τις αρτηρίες και τις φλέβες. Αν και είναι τελείως αντίθετες μεταξύ τους, αλληλοσυμπληρώνονται.
Η καρδιά, με την ρυθμική της λειτουργία, τροφοδοτεί τις αρτηρίες με αίμα. Οι αρτηρίεςμεταφέρουν το αίμα σε όλο το σώμα και μέσα στον αυλό τους επικρατούν συνθήκες υψηλής πίεσης, λόγω των συσπάσεων της καρδιάς. Η διάμετρος των αρτηριών μειώνεται συνεχώς όσο αυξάνεται η απόστασή τους από την καρδιά και τελικά αποκτούν πραγματικά πολύ μικρή διάμετρο και το αίμα εισέρχεται στα τριχοειδή αγγεία. Αυτά έχουν πολύ λεπτό τοίχωμα μέσω του οποίου το οξυγόνο και οι θρεπτικές ουσίες που περιέχονται στο αίμα περνάνε στους ιστούς. Το τοίχωμα των αρτηριών είναι αρκετά παχύ και μυώδες, έτσι ώστε να ανταπεξέρχονται στις συνθήκες αυξημένης πίεσης που επικρατούν μέσα σε αυτές.
Οι φλέβες παίζουν αντίστροφο ρόλο από τις αρτηρίες - μεταφέρουν από τα τριχοειδή αγγεία το διοξείδιο του άνθρακα και τα παράγωγα του μεταβολισμού στην καρδιά. Από την καρδιά το αίμα οδηγείται στους πνεύμονες για τον εμπλουτισμό του με οξυγόνο. Η πίεση στις φλέβες είναι πολύ μικρότερη από την πίεση στις αρτηρίες - σε κάποια σημεία γίνεται μέχρι και αρνητική. Η ροή του αίματος μέσα στις φλέβες είναι αρκετά πιο αργή και παθητική και καθορίζεται από πολλούς εξωτερικούς παράγοντες. Για παράδειγμα, κατά τη διάρκεια μιας βαθιάς εισπνοής, στον θώρακα δημιουργείται αρνητική πίεση, η οποία "ρουφάει" αίμα από τις φλέβες της κοιλιάς στο θώρακα και την καρδιά.
Οι φλέβες είναι πολύ περισσότερες από τις αρτηρίες και έχουν πολύ πιο λεπτό τοίχωμα. Χαρακτηρίζονται από μεγαλύτερη διάμετρο και συχνά παίζουν το ρόλο δεξαμενής για το αίμα. Είναι φανερό ότι το φλεβικό σύστημα είναι αρκετά πιο περίπλοκο από το αρτηριακό αν σκεφτεί κανείς πως το φλεβικό σύστημα είναι τόσο μεγάλο που περιέχει το 75-80% του συνολικού όγκου του αίματος του ανθρώπινου σώματος.
Το φλεβικό δίκτυο των κάτω άκρων
Αποτελείται από δύο κύρια συστήματα, τα οποία επικοινωνούν μεταξύ τους, το εν τω βάθει και το επιπολής. Αυτά τα συστήματα συνδέονται μεταξύ τους σε διάφορα σημεία. Το δίκτυο που είναι κυρίως υπεύθυνο για την απορροή του φλεβικού αίματος από το πόδι είναι τοεν τω βάθει. Οι εν τω βάθει φλέβες βρίσκονται μεταξύ των μυών και κάτω από αυτούς. Ακολουθούν την πορεία των ομώνυμων αρτηριών και μεταφέρουν περισσότερο από το 80% του φλεβικού αίματος από τα πόδια προς την καρδιά.
Το επιφανειακό φλεβικό δίκτυο βρίσκεται μεταξύ του δέρματος και των μυών. Έχει πάρα πολλές ανατομικές παραλλαγές, σε τέτοιο βαθμό μάλιστα που είναι αδύνατο να είναι πανομοιότυπο σε δύο ανθρώπους. Αυτό επηρεάζει τόσο τον τρόπο εμφάνισης όσο και τον τρόπο αντιμετώπισης της φλεβικής ανεπάρκειας. Για ιδανικά αποτελέσματα λοιπόν ο τρόπος αντιμετώπισης θα πρέπει να είναι εξειδικευμένος ανάλογα την περίπτωση.
Παρά τις ανατομικές παραλλαγές, υπάρχουν δύο κύριες επιπολής φλέβες σε κάθε άνθρωπο. Η μία εξ αυτών είναι ημείζων σαφηνής φλέβα. Αυτή διατρέχει το πόδι σε όλο το μήκος του, μέχρι την μηροβουβωνική περιοχή, στην οποία συνδέεται με το εν τω βάθει φλεβικό σύστημα – την μηριαία φλέβα. Η άλλη φλέβα είναι η ελάσσων σαφηνής, η οποία διατρέχει την οπίσθια επιφάνεια της γαστροκνημίας και συνδέεται με το εν τω βάθει φλεβικό δίκτυο – την ιγνυακή φλέβα – πίσω από το γόνατο.
Υπάρχει και μία τρίτη κατηγορία φλεβών – οι διατιτρώσες φλέβες. Αυτές βρίσκονται σε διάφορα σημεία στο πόδι και συνδέουν το επιπολής φλεβικό δίκτυο με το εν τω βάθει. Και αυτές έχουν βαλβίδες. Επιτρέπουν στο αίμα να κινείται με κατεύθυνση από τις επιπολής φλέβες προς τις εν τω βάθει και μόνο.
Αν και η πίεση του αίματος στις φλέβες είναι τόσο χαμηλή, το έργο που έχουν αναλάβει οι φλέβες είναι ιδιαίτερα δύσκολο - πρέπει να μεταφέρουν το αίμα από τα πόδια στη καρδιά, ενάντια στη δύναμη της βαρύτητας και χωρίς τη βοήθεια της καρδιακής αντλίας. Αυτή η πρόκληση αντιμετωπίζεται επειδή στο σώμα υπάρχουν δύο πολύ σημαντικοί μηχανισμοί. Ο ένας είναι η μυϊκή αντλία στην κνήμη και ο άλλος οι βαλβίδες που υπάρχουν στις φλέβες.
Η μυϊκή αντλία της κνήμης
Μέσα στους μύες της κνήμης υπάρχουν μεγάλες φλέβες οι οποίες παίζουν το ρόλο δεξαμενής. Όταν οι μύες είναι χαλαροί αυτές οι φλεβικές δεξαμενές γεμίζουν με φλεβικό αίμα. Κατά τη σύσπαση των μυών, κάτι που συμβαίνει για παράδειγμα κατά τη διάρκεια της βάδισης, οι φλεβικές δεξαμενές αδειάζουν και το αίμα που περιέχεται σε αυτές προωθείται προς τα πάνω. Εκτός από την μυϊκή σύσπαση σημασία έχει και ο μυϊκός τόνος, δηλαδή η τάση που έχουν οι μυϊκές ίνες όταν οι μύες είναι σε κατάσταση ηρεμίας. Όσο πιο γυμνασμένος είναι ένας μυς, τόσο πιο ισχυρός είναι ο μυϊκός τόνος του. Αυτός είναι και ο λόγος που το περπάτημα και η γυμναστική βοηθάει στη λειτουργία των φλεβών - οι γυμνασμένοι μύες της κνήμης έχουν ισχυρότερο τόνο και άρα είναι πιο αποτελεσματικοί στην προώθηση του αίματος προς την καρδιά.
Οι φλεβικές βαλβίδες
Οι βαλβίδες αποτελούν αποκλειστικό χαρακτηριστικό των φλεβών. Οι αρτηρίες δεν διαθέτουν βαλβίδες. Αποτελούνται από δύο πέταλα και επιτρέπουν την διέλευση του αίματος μόνο προς μια κατεύθυνση. Μια υγιής βαλβίδα στις φλέβες των ποδιών επιτρέπει την διέλευση του αίματος με κατεύθυνση από τα δάκτυλα των ποδιών προς την καρδιά και μόνο και όχι αντίστροφα.
Τι προκαλεί την φλεβική ανεπάρκεια;
Όταν οι βαλβίδες στις φλέβες υποστούν ζημιά το αίμα θα αρχίσει να κινείται προς λάθος κατεύθυνση, δηλαδή, από την καρδιά προς τα πόδια. Η παθολογική κίνηση του αίματος ενισχύεται επιπλέον από τη βαρύτητα και από την αύξηση της πίεσης στην κοιλιά, όταν μιλάμε, βήχουμε ή σηκώνουμε βάρη. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα ο όγκος του αίματος στα πόδια να αυξάνει και συνεπώς αυξάνεται και η πίεση μέσα στις φλέβες. Έτσι, σταδιακά, το τοίχωμα των φλεβών αυτών αρχίζει να αδυνατίζει και να λεπταίνει με αποτέλεσμα οι φλέβες να αρχίζουν να διατείνονται και να γίνονται εμφανείς. Η διάταση αυτή οδηγεί σε αύξηση τόσο της διαμέτρου όσο και του μήκους τους. Καθώς στο φλεβικό τοίχωμα υπάρχουν αισθητικές νευρικές ίνες, η καθιστική ζωή και η ορθοστασία μπορεί να οδηγήσουν στην εκδήλωση συμπτωμάτων όπως βάρος, πόνο ή κνησμό.
Γίνεται λοιπόν κατανοητό ότι τόσο οι ευρυαγγείες όσο και οι κιρσοί προκύπτουν με τον ίδιο τρόπο. Η κατάσταση η οποία χαρακτηρίζεται από την εμφάνισή τους ονομάζεται Χρόνια Φλεβική Ανεπάρκεια. Αποτελεί μία κατάσταση που χρειάζεται προσοχή καθώς η μειωμένη ροή του αίματος στις πάσχουσες φλέβες είναι ένας πολύ ισχυρός παράγοντας για την δημιουργία θρόμβων στις φλέβες, κάτι που είναι εξαιρετικά επικίνδυνο για την υγεία.

*** Τα συμπτώματα της Χρόνιας Φλεβικής Ανεπάρκειας  Υπάρχουν μερικά σημάδια που ακόμη και αν δεν τα προσέξατε ποτέ έως σήμερα ίσως να μαρτυρούν ότι πάσχετε από χρόνια φλεβική ανεπάρκεια.
πάρχουν μερικά σημάδια που ακόμη και αν δεν τα προσέξατε ποτέ έως σήμερα ίσως να μαρτυρούν ότι πάσχετε από χρόνια φλεβική ανεπάρκεια. 
Οι ευρυαγγείες είναι πολύ μικρές φλέβες, διαμέτρου περίπου 1-3 χιλιοστά, οι οποίες είναι εμφανείς στο επιφανειακό στρώμα του δέρματος, την επιδερμίδα. Με την πάροδο του χρόνου, έχουν την τάση να αυξάνουν σε μέγεθος και να πληθαίνουν. 
Οι κιρσοί είναι μεγαλύτερες φλέβες από τις ευρυαγγείες και βρίσκονται κάτω από το δέρμα. Σε ύπτια θέση μπορεί να μην είναι και τόσο εμφανείς αλλά όταν ο ασθενής παραμείνει όρθιος για μικρό χρονικό διάστημα «γεμίζουν» και γίνονται εύκολα αντιληπτοί. 
Και οι δύο περιπτώσεις οφείλονται στο ίδιο ουσιαστικά πρόβλημα, την παθολογική ροή του αίματος μέσα στις φλέβες που πάσχουν, όμως, οι κιρσοί είναι πιο σοβαρή κατάσταση σε σύγκριση με τις ευρυαγγείες. Παρ’ όλα αυτά τα συμπτώματα που μπορεί να συνοδεύουν τους κιρσούς και τις ευρυαγγείες μερικές φορές δεν αντιστοιχούν στην βαρύτητα της κατάστασης του ασθενούς. Υπάρχουν περιπτώσεις όπου ασθενείς με ιδιαίτερα εμφανείς κιρσούς δεν αναφέρουν σχεδόν καθόλου συμπτώματα και αντιθέτως δεν είναι καθόλου σπάνιο ασθενείς που έχουν ευρυαγγείες να υποφέρουν σχεδόν καθημερινά από αυτές. Σημειώνεται επίσης ότι στην συντριπτική πλειοψηφία των περιπτώσεων οι ασθενείς με κιρσούς έχουν και ευρυαγγείες. 
Προειδοποιητικά σημάδια ή συμπτώματα της χρόνιας φλεβικής ανεπάρκειας:


  1. Η παρουσία κιρσών ή ευρυαγγειών. Οι κιρσοί και οι ευρυαγγείες είναι σχεδόν πάντα ορατές με το γυμνό μάτι. Συνεπώς, εφόσον κάποιος μπορεί και βλέπει ευρυαγγείες ή/και κιρσούς στα πόδια του, η απάντηση στο ερώτημα αν πάσχει από φλεβική ανεπάρκεια είναι αρκετά απλή: Ναι!
  2. Πόνος ή δυσφορία στα πόδιαΕάν αισθάνεστε συχνά πόνο, κάψιμο, φαγούρα, βάρος, κράμπες ή μούδιασμα στα πόδια σας, ειδικά μετά από παρατεταμένη περίοδο ορθοστασίας ή καθιστικής στάσης, είναι πολύ πιθανό να πάσχετε από φλεβική ανεπάρκεια.
  3. Οίδημα στα πόδια ή στους αστράγαλους. Το οίδημα στα πόδια, ειδικά αν γίνεται ιδιαίτερα έντονο προς το απόγευμα και επιδεινώνεται από την ορθοστασία, μπορεί να είναι αποτέλεσμα φλεβικής ανεπάρκειας. Συνήθως ξεκινάει στην περιοχή των αστραγάλων και αργότερα επεκτείνεται προς τα πάνω. Πρέπει να σημειωθεί ότι οίδημα προκαλούν πολλές καταστάσεις, όπως παθήσεις της καρδιάς, των νεφρών, του ήπατος ή ορμονολογικές διαταραχές. Στις περισσότερες από αυτές τις περιπτώσεις το οίδημα αφορά και τα δύο πόδια στον ίδιο βαθμό σε αντίθεση με το οίδημα που οφείλεται στην φλεβική ανεπάρκεια όπου συνήθως είναι πιο έντονο στο άκρο που πάσχει περισσότερο.
  4. Κουρασμένα ή βαριά πόδιαΕάν αισθάνεστε εύκολη κόπωση στα πόδια μετά από μέτρια δραστηριότητα ή μετά από σύντομη ορθοστασία, είναι πιθανό να πάσχετε από φλεβική ανεπάρκεια.
  5. Αλλαγές στο χρώμα του δέρματος στα πόδια.Η εμφάνιση ερεθισμού, ερυθρότητας ή φλεγμονής στο δέρμα γύρω από τους αστραγάλους ή στην γαστροκνημία μπορεί να σχετίζεται με φλεβική ανεπάρκεια. Με την πάροδο των ετών, η φλεβική ανεπάρκεια μπορεί να οδηγήσει στην εμφάνιση κηλίδων με σκούρο καφέ χρώμα. Αυτές μπορεί να έχουν μικρό ή μεγαλύτερο μέγεθος ενώ κατά τόπους μπορούν και να συρρέουν. Αυτή η κατάσταση ονομάζεται υπέρχρωση. Σε προχωρημένες καταστάσεις φλεβικής ανεπάρκειας το δέρμα μπορεί να γίνει ιδιαίτερα σκληρό και εύθρυπτο. Οι αλλαγές αυτές σχετίζονται με μια κατάσταση που ονομάζεται λιποδερματοσκλύρυνση.
  6. Παρουσία πληγών στα πόδια.Οι πληγές αυτές (έλκη) εντοπίζονται σχεδόν αποκλειστικά στους αστραγάλους ή στο κατώτερο τμήμα της γαστροκνημίας. Είναι ιδιαίτερα χαρακτηριστικό ότι δεν κλείνουν εύκολα και μπορεί να εμφανίζονται ξανά και ξανά στην ίδια περιοχή. Συνήθως μαρτυρούν χρόνια φλεβική ανεπάρκεια η οποία δεν έχει αντιμετωπισθεί σωστά για μεγάλο χρονικό διάστημα. Αν και η αντιμετώπιση τους μπορεί να είναι χρονοβόρα, η θεραπεία της αιτίας (της φλεβικής ανεπάρκειας) βοηθά στην επούλωση ενώ προστατεύει από υποτροπές. Τέλος σημειώνεται ότι, σε σπανιότερες περιπτώσεις, η εμφάνισή τους μπορεί να οφείλεται σε αρτηριακή ανεπάρκεια ή αγγειίτιδα.
  7. Νυχτερινές κράμπες ή αίσθημα καύσους στα πόδιαΥπάρχουν ασθενείς οι οποίοι αισθάνονται ένα δυσάρεστο αίσθημα καύσους ή ακόμη και πόνο στα πόδια, ιδιαίτερα προς το τέλος της ημέρας και κατά την διάρκεια του ύπνου. Τα συμπτώματα αυτά αποτελούν το «σύνδρομο των ανήσυχων ποδιών» (Restless Legs Syndrome – RLS), το οποίο όλο και πιο συχνά φαίνεται στις μελέτες να συνδέεται με την συνύπαρξη φλεβικής ανεπάρκειας. Η επιτυχής αντιμετώπιση της φλεβικής ανεπάρκειας σε αυτούς τους ασθενείς οδηγεί συχνά σε σημαντική βελτίωση των συμπτωμάτων που συνδέονται με το σύνδρομο.
 ***

***


*** ** ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ  ΜΑΣ  ΣΕ ΘΕΜΑΤΑ  ΥΓΕΙΑΣ   και βότανο-θεραπείας στη ζωή  μας :